Όλοι οι οργανισμοί πρέπει να διατηρούν μια πολύπλοκη δυναμική ισορροπία, που ονομάζεται ομοιόσταση, η οποία απειλείται συνεχώς από εσωτερικές ή εξωτερικές δυσμενείς δυνάμεις που ονομάζονται στρεσογόνοι παράγοντες. Το άγχος όπως και το στρες είναι εξελικτικές προσαρμογές στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος στο περιβάλλον του οι οποίες απειλούν την ύπαρξη και την ευημερία του ενώ είναι συμπληρωματικές πτυχές ενός ολόκληρου συμπλέγματος στρες/άγχους, με περιβαλλοντικά, φυσιολογικά, ψυχολογικά και συμπεριφορικά συστατικά που εμφανίζονται όταν η ομοιόσταση απειλείται και δεν μπορεί να αποκατασταθεί από φυσιολογικές και συμπεριφορικές προσαρμοστικές αντιδράσεις, οι οποίες αποτελούν μια ακολουθία προσαρμογής – σχεδόν καθημερινή ρουτίνα – που μπορεί να χαρακτηριστεί ως συνεχής προσαρμογή σε ξαφνικές αλλαγές τόσο μικρές που μερικές φορές μπορούμε να προσαρμοστούμε σε αυτές χωρίς καν να τις γνωρίζουμε.
Όταν το στρες και το άγχος υπερβαίνουν την ικανότητα προσαρμογής ενός ατόμου ή οι στρατηγικές αντιμετώπισης που διαθέτει εκείνη τη στιγμή είναι ανεπαρκείς, μπορεί να εμφανιστούν ή να επιδεινωθούν ποικίλες σωματικές και ψυχικές καταστάσεις. Οι αγχώδεις διαταραχές είναι το παράδειγμα περίπτωσης αυτού του φαινομένου.
Το άγχος, είναι ίσως το πιο εύκολα αναγνωρίσιμο και οι πιο συνήθεις τρόποι που ο οργανισμός ανταποκρίνεται σε αυτήν την απειλή, είναι ο φόβος και ο θυμός, αλλά σε πολλές περιπτώσεις μπορεί απλώς να αντιπροσωπεύουν «παρενέργειες» της κύριας έλξης – αντίληψης μιας απειλής, αντιμετώπισή της και προσαρμογή σε αυτήν. Η απόκριση στο στρες διαμεσολαβείται από το σύστημα στρες, που εντοπίζεται εν μέρει στο κεντρικό νευρικό σύστημα και εν μέρει στα περιφερικά όργανα.
Στη σύγχρονη ζωή, οι στατιστικές δείχνουν ισχυρές επιδράσεις του στρες νωρίς στη ζωή, ενώ έχει χρησιμοποιηθεί ως ψυχολογικός πρόδρομος αρκετών ασθενειών ως αντίδραση στη δυσφορία που αισθάνεται ο οργανισμός μας και έχει αναγνωριστεί ότι συμβάλλει σημαντικά στις ψυχοκοινωνικές και σωματικές παθολογικές καταστάσεις των ανθρώπων ενώ όταν αυτό γίνεται χρόνιο, ευθύνεται μαζί με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του κάθε ατόμου, τόσο για τη νοσηρότητα όσο και για τη θνησιμότητα από χρόνια νοσήματα.
Το χρόνιο στρες μπορεί να επηρεάσει το εκτελεστικό και το γνωστικό σύστημα, τα συστήματα ανταμοιβής και φόβου, τα κέντρα εγρήγορσης-ύπνου του εγκεφάλου, τους άξονες ανάπτυξης, αναπαραγωγικών ορμονών και θυρεοειδικών ορμονών και το γαστρεντερικό, το καρδιοαναπνευστικό, το μεταβολικό και το ανοσοποιητικό σύστημα. Η μακροχρόνια έκθεση σε έναν στρεσογόνο παράγοντα μπορεί να εξαντλήσει τα προσαρμοστικά αποθέματα του σώματος και να οδηγήσει σε σωματική δυσλειτουργία. Όταν το σώμα εκτίθεται για πρώτη φορά σε έναν στρεσογόνο παράγοντα, ανταποκρίνεται κινητοποιώντας τις ικανότητές του για αντιμετώπιση, αυτή η αντίδραση συναγερμού αντιπροσωπεύει προετοιμασία για αντίσταση. Όταν αυτά τα αποθέματα είναι έτοιμα, το σώμα εισέρχεται σε ένα στάδιο αντίστασης, εφαρμόζοντας διάφορους μηχανισμούς αντιμετώπισης και συνήθως επιτυγχάνει την κατάλληλη προσαρμογή. Ωστόσο, όταν αυτές οι αντιδράσεις επαναλαμβάνονται συχνά ή όταν η αντιμετώπιση δεν είναι επιτυχής, τα προσαρμοστικά αποθέματα εξαντλούνται και ο οργανισμός εισέρχεται σε ένα στάδιο εξάντλησης. Σε αυτό το σημείο η αντίσταση μειώνεται, συμβαίνει φυσιολογική διάσπαση και το σώμα γίνεται πολύ ευαίσθητο στις απειλές του περιβάλλοντος. Ορισμένες από τις αντιδράσεις στο ψυχολογικό στρες είναι ουσιαστικά δυσδιάκριτες από αυτές που προκαλούνται από την άμεση επίθεση στον ιστό του σώματος και οι άνθρωποι μπορεί να ανταποκριθούν κάποιες φορές με την απόσυρση και την αποφυγή.
Ορισμένοι παράγοντες άγχους είναι οξείς, επηρεάζουν μεγάλο αριθμό ανθρώπων, απαιτούν σημαντικές προσαρμοστικές αντιδράσεις και περισσότερη προσαρμοστική ενέργεια. Άλλοι στρεσογόνοι παράγοντες μπορεί να είναι πιο χρόνιοι και άλλοι μπορεί να τείνουν να είναι βραχυπρόθεσμοι να επηρεάζουν μεγάλο αριθμό ανθρώπων αλλά να μην απαιτούν μεγάλες ποσότητες προσαρμοστικής ενέργειας.
Η αντιμετώπιση είναι πιο πιθανό να είναι επιτυχής όταν ο στρεσογόνος παράγοντας είναι οικείος, είναι συγκεκριμένος σε χρόνο και χώρο και είναι αυτός για τον οποίο το άτομο γνωρίζει την αποτελεσματικότητα προηγούμενων στρατηγικών και απαντήσεων αντιμετώπισης. Όταν αντίθετα, ο έλεγχος δεν γίνεται αντιληπτός ως εφικτός ή όταν ένας στρεσογόνος παράγοντας θεωρείται απρόβλεπτος, το άτομο θα χρειαστεί μεγαλύτερη ποσότητα ενέργειας για να ανταποκριθεί στο στρεσογόνο παράγοντα. Επομένως, είναι σημαντικό να γίνεται διάκριση μεταξύ σωματικών και ψυχολογικών στρεσογόνων παραγόντων.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η συμπεριφορά που επιλέγει το κάθε άτομο είναι ένα σημαντικό μέρος της αντίδρασης στο στρες και κάποιες φορές είναι αρκετό να μπορεί να αλλάξει το περιβάλλον του, ή να αφαιρέσει τη φυσική παρουσία του στρεσογόνου παράγοντα έτσι ώστε να ανταποκριθεί καλύτερα στις προκλήσεις της καθημερινότητάς του.
Βιβλιογραφία
Baum, A., Singer, J. E., & Baum, C. S. (1981). Stress and the environment. Journal of social issues, 37(1), 4-35.
Bystritsky, A., & Kronemyer, D. (2014). Stress and anxiety: counterpart elements of the stress/anxiety complex. Psychiatric Clinics, 37(4), 489-518.
Halkos, G., & Bousinakis, D. (2010). The effect of stress and satisfaction on productivity. International Journal of Productivity and Performance Management, 59(5), 415-431.